Τετάρτη, Δεκεμβρίου 16, 2009

Τρέχω άρα μπορώ

Η ώρα είναι 17:40 είμαι στην Ελβετία και μόλις έχω επιστρέψει από μία εξουθενωτική αλλά συγχρόνως υπέροχη μέρα κατά την οποία έκανα σκι εκτός πίστας με άλλους τρελούς σαν κι εμένα στο Les Faverge, σε υψόμετρο 2968 μέτρων.


Οι άλλοι τρελοί αποτελούνταν από δύο ανήλικα (δηλαδή δύο δεκαεφτάχρονους νεαρούς άγγλους) έναν άλλο Άγγλο με πιο αξιοπρεπή ηλικία (δηλαδή πιο κοντινή στη δική μου), έναν Ολλανδό μεγαλύτερο μου (να ‘ναι καλά ο άνθρωπος), μία σούπερ Γαλλίδα μαμά (είναι μεγαλύτερη μου, με τρία παιδιά και κάνει απίστευτο off piste skiing άρα είναι σούπερ και δεν σηκώνω αντιρρήσεις) και τον εκπαιδευτή μας, έναν χαμογελαστό αλλά μονίμως αγχωμένο Ελβετό.

Είχε χιονίσει απίστευτα το προηγούμενο βράδυ, ήμασταν όλοι εξοπλισμένοι με πομπούς δεμένους πάνω μας μήπως μας καταπλάκωνε καμία χιονοστιβάδα, φοράγαμε τα κρανάκια μας, κουβαλάγαμε τα φτυαράκια μας και για να βρίσκομαι εδώ και να διαβάζετε αυτό το άρθρο, τα καταφέραμε και κάναμε όλη τη διαδρομή και γυρίσαμε σώοι και σχεδόν αβλαβείς (άουτς πάνε τα ποδαράκια μου).

Το πρωί όμως, όταν αρχίσαμε να σκαρφαλώνουμε το βουνό στους – 18 βαθμούς κελσίου με τον αέρα κυριολεκτικά να μας μαστιγώνει και το χιόνι να φτάνει μέχρι τους γοφούς μας, υπήρξε μια στιγμή που δεν ήμουν καθόλου σίγουρη ότι θα τα κατάφερνα. Μέσα στον εκκωφαντικό θόρυβο του αέρα και την απόλυτη μοναξιά του πάγου, έβαζα το ένα πόδι μετά το άλλο και ανέβαινα, σχεδόν στα τυφλά, μη μπορώντας να δω τους υπόλοιπους. Όταν κάποια στιγμή άρχισα να κουράζομαι και να λαχανιάζω, άκουσα τον εαυτό μου να μου λέει – εσύ τρέχεις σε μαραθώνιους – εδώ θα κολλήσεις; Για να μου απαντήσω αμέσως, όχι βέβαια και να επιταχύνω. Σηκώνοντας το κεφάλι μου όταν πια έφτασα στην κορυφή, διαπίστωσα ότι είχα αφήσει τους υπόλοιπους αρκετά πίσω μου, παγωμένους και λαχανιασμένους να κοιτάνε με περιέργεια την παράλογη ελληνίδα που αντί να επιβραδύνει, επιτάχυνε στη μέση της διαδρομής.

Η σιωπηρή απορία τους με έκανε να γελάσω από μέσα μου αλλά και να σκεφτώ πόσες φορές, καθημερινά στη ζωή μου χρησιμοποιώ αυτό το επιχείρημα. «Εδώ τρέχω σε μαραθωνίους , εδώ θα κολλήσω;» Μάλιστα το πιο ενδιαφέρον είναι ότι το «εδώ θα κολλήσω» δεν αναφέρεται πάντα στην φυσική αντοχή, αλλά σε πληθώρα άλλων χαρακτηριστικών που ξέρω ότι έχουν βελτιωθεί λόγω του τρεξίματος.

Το πρώτο χαρακτηριστικό λοιπόν είναι η εντελώς προσγειωμένη και εφικτή άποψη ότι μπορώ να κάνω τα πάντα. Καλά εντάξει έστω ότι δεν μπορώ να κάνω ακριβώς τα πάντα, δεν έχω καταφέρει ακόμα να περπατήσω στο φεγγάρι, αλλά αυτά τα οποία είναι σημαντικά για εμένα, ξέρω ότι μπορώ να τα καταφέρω. Αν λοιπόν είναι σημαντικό για εμένα να ανεβώ-κατέβω ένα συγκεκριμένο βουνό, περάσω ένα ποτάμι, τερματίσω σε έναν αγώνα, καταθέσω μία επιτυχημένη επαγγελματική πρόταση μέσα σε δύο ώρες, τελειώσω μια παρουσίαση στα κινέζικα σε 20 λεπτά, τότε θα τα καταφέρω.

Τι είναι το ακόμα πιο σημαντικό χαρακτηριστικό που έχω βελτιώσει λόγω του τρεξίματος όμως; Η ανεκτίμητη και βαθιά ριζωμένη άποψη ότι ακόμα και αν δεν τα καταφέρω, δεν πειράζει. Αρκεί που προσπάθησα με όλες μου τις δυνάμεις, φυσικές και ψυχικές, να τα καταφέρω. Και αν δεν τερμάτισα ή δεν πέρασε η πρόταση μου ή η γνώση μου της κινεζικής ήταν κάπως ατελής και η παρουσίαση μου έμοιαζε περισσότερο με Αιγυπτιακά ιερογλυφικά, χαλάλι του. Εγώ προσπάθησα και κέρδισα από την προσπάθεια.

Συνεπώς, ποτέ δεν μετανιώνω για αυτά που δεν έκανα. Χαρακτηριστικό που έχει βελτιωθεί ακόμα παραπάνω χάρη στο τρέξιμο. Ποτέ δεν μετανιώνω για την ελλιπή μου προπόνηση που οδήγησε σε έναν κακό χρόνο, το άσχημο πάτημα που οδήγησε σε διάστρεμμα και απουσία από όμορφους αγώνες, μία χαζή απόφαση. Για εμένα, οι αποφάσεις μου είναι δικές μου, ειλημμένες και πρέπει να ζήσω με αυτές και τελικά να γίνω ευτυχισμένη από αυτές. Και αυτό με κάνει έναν χαρούμενο και ικανοποιημένο άνθρωπο.

Τέλος, αντέχω τον εαυτό μου. Σιγά το πράγμα μπορεί να σκεφτείτε. Στα όρια του ναρκισσισμού μπορεί να πουν κάποιο άλλοι. Και όμως, το να αντέχεις να μείνεις με τον εαυτό σου, να έχεις το χρόνο να σκεφτείς τις πράξεις σου, να τις δεις και να τις κρίνεις νηφάλια, αποστασιοποιημένος από αυτές, είναι δύσκολο και σπάνιο. Οι δρομείς είμαστε τυχεροί γιατί έχουμε τη δυνατότητα, ή ακόμα καλύτερα την ευκαιρία να το κάνουμε. Την επόμενη φορά που θα με πετύχετε λοιπόν σε αγώνα, αν δεν σας χαιρετίσω, μην τσαντιστείτε – δεν έχω κάτι μαζί σας. Σκεφτείτε απλώς ότι μπορεί να έχω μια σοβαρή συζήτηση με τον εαυτό μου εκείνη τη στιγμή και δεν σας άκουσα!


Άρθρο δημοσιευμένο στο Runner Magazine Φεβρουαρίου 2009